ΔΠΗ
καπινάου [kapi’nau]: καπνίζω. [καπιν(ίζω) -άου].
Και: https://ilialang.gr/καπινίζω-kapinizo/
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: