Ετικέτα: ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ
-
δρούγα, η [‘ðruγa]
δρούγα, η [‘ðruγa]: το αδράχτι (εξάρτημα της ρόκας). Βλ. επίσης: https://ilialang.gr/αδράχτι-το-aδraxti/
-
γνέμα, το [‘γnema]
γνέμα, το [‘γnema]: το νήμα. [< γνέθω -μα]. Όπως και: https://ilialang.gr/νέμα-το/