Ετικέτα: ΕΠΙΡΡΗΜΑ
-
μούρτσα [‘murtsa]
μούρτσα [‘murtsa]: (επιρρ.) μισοσκόταδα.
-
μπούζι [‘buzi]
μπούζι [‘buzi]: (επιρρ.) πολύ κρύο. [τουρκ. buz -ι].
-
μούρτσι [‘murtsi]
μούρτσι [‘murtsi]: (επιρρ.) πρωί πρωί. Πηγή: http://lyk-varth.ilei.sch.gr/wp-content/uploads/2015/11/project-lykvarth-2011-iliaki-dialektos.pdf
-
παραπανούλια [parapa’nuʎa]
παραπανούλια [parapa’nuʎa]: (επιρρ.) παραπάνω [παραπάν(ω) -ούλια]. Πηγή: http://lyk-varth.ilei.sch.gr/wp-content/uploads/2015/11/project-lykvarth-2011-iliaki-dialektos.pdf
-
παρακατούλια [parapa’nuʎa]
παρακατούλια [paraka’tuʎa]: (επιρρ.) παρακάτω [παρακάτ(ω) -ουλια].
-
πίστρωμα [‘pistroma]
πίστρωμα [‘pistroma]: (επιρρ.) ανάποδα. Πηγή: http://lyk-varth.ilei.sch.gr/wp-content/uploads/2015/11/project-lykvarth-2011-iliaki-dialektos.pdf
-
σπολάτι [spo’lati]
σπολάτι [spo’lati]: (επιρρ.) αρκετά: ‘Σπολάτι πια!’.
-
τάχατες [‘taxates]
τάχατες [‘taxates]: (επίρρ.) τάχα. [< τάχα με προσθήκη του -τε αναλ. προς το κάποτε· προσθήκη του -ς αναλ. προς άλλα επιρρ. σε -ς: χτες]. Και: https://ilialang.gr/τάχατε-taxate/ Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
-
ετότενες [e’totenes]
ετότενες [e’totenes]: τότε. Και: https://ilialang.gr/ετότε-ετότενες/ Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i
-
ψες [pses]
ψες [pses]: (επίρρ. χρον.) κατά το προηγούμενο από το σημερινό βράδυ, χθες το βράδυ. [αρχ. ὀψέ ‘αργά το βράδυ΄ > οψές > ψες κατά το χθες, χτες· οψές > εψές με υποχωρ. αφομ. [o-e > e-e] · αποβ. του τελικού [s] κατά τα πότε, κάποτε]. Και: https://ilialang.gr/εψές-epses/ Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i
-
σα πέρα [sa ‘pera]
σα πέρα [sa ‘pera]: εκεί πέρα. [< ίσα πέρα].
-
σιαδώ [ʃca’ðo]
σιαδώ [ʃca’ðo]: ίσια εδώ. [(ί)σια εδώ]. Και: https://ilialang.gr/σαδώ/
-
σακεί [sa’ki]
σακεί [sa’ki]: προς τα εκεί, κατακεί. [(ί)σα (ε)κεί].
-
χερχέρα [çe’rçera]
χερχέρα [çe’rçera]: γρήγορα-γρήγορα.
-
φτου [ftu]
φτου [ftu]: εκεί. Και: https://ilialang.gr/εδεφτούλια-επιρ-το-ίδιο-με-το-εδευτού/ Και: https://ilialang.gr/ευτού/ Και: https://ilialang.gr/εδεφτού/
-
φτούνα [‘ftuna]
φτούνα [‘ftuna]: αυτά εκεί.
-
τσουρούλια [tsu’ruʎa]
τσουρούλια [tsu’ruʎa]: πολύ γρήγορα: ‘Έφυγε τσουρούλια!’.
-
τουρλόκωλα [tu’rlokola]
τουρλόκωλα [tu’rlokola]: (επιρρ.) μπρούμυτα. [< τούρλ(α) –ο- κώλ(ος) –α].
-
τέντα [‘teda]
τέντα [‘teda]: (ως επίρρ.) ορθάνοιχτα, διάπλατα: ‘Aνοίγω / έχω τέντα τα μάτια μου’. [μσν. τέντα < λατ. tenda ‘σκηνή’ & μέσω του ιταλ. tenda]. Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
-
τάχατε [‘taxate]
τάχατε [‘taxate]: (επίρρ.) τάχα. [< τάχα με προσθήκη του -τε αναλ. προς το κάποτε· προσθήκη του -ς αναλ. προς άλλα επιρρ. σε -ς: χτες]. Και: https://ilialang.gr/τάχατες-taxates/