ΔΠΗ
φαλαρίδα, η [fala’riða]: είδος αγριόχορτου με σκληρά και αρκετά αιχμηρά αγκάθια.
Και: https://ilialang.gr/αφαλαρίδα-η/
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: