πρεμούρα, η [pre’mura]: μεγάλη βιασύνη, ανυπομονησία: ‘Έχει πρεμούρα να φύγει’. [ιταλ. premura].
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
πρεμούρα, η [pre’mura]: μεγάλη βιασύνη, ανυπομονησία: ‘Έχει πρεμούρα να φύγει’. [ιταλ. premura].
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
από
Ετικέτες: