παράδες, οι [pa’raδes]

παράδες, οι [pa’raδes]: τα χρήματα. [τουρκ. para ‘χρήματα΄ -ς].

Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από