ΔΠΗ
ξεσυνέρια, η [ksesi’nerʝa]: ο ανταγωνισμός. [< ξε- συνερ(ίζομαι) -έρια].
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: