ΔΠΗ
ντούνια, τα [‘duɲa]: τα νιάτα: ‘Είναι στα ντούνια του’. [τουρκ düzen ‘τάξη, αρμονία’].
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: