μπισμπίκης, ο [bi’sbikis]: αυτός που επιδιώκει ή έχει πολλές, συνήθ. εξωσυζυγικές, ερωτικές δραστηριότητες: ‘Είναι ένας μπισμπίκης αυτός!’.
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o
μπισμπίκης, ο [bi’sbikis]: αυτός που επιδιώκει ή έχει πολλές, συνήθ. εξωσυζυγικές, ερωτικές δραστηριότητες: ‘Είναι ένας μπισμπίκης αυτός!’.
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o
από
Ετικέτες: