κρατάει [kra’tai]

κρατάει [kra’tai]: (για σπίτια, δάση κλ.π) έχει φαντάσματα.

Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από