ΔΠΗ
αποβροχάρι, το [apovro’xari]: μετά τη βροχή. [από + βροχ(ή) -άρι]. (Κανελλακόπουλος).
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: