αματτυά, η [ama’tça]

αματτυά, η [ama’tça]: χοιρινό λουκάνικο από χονδρό έντερο.

Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i


Δημοσιεύτηκε

σε

από