ΔΠΗ
+ Νέο Λήμμα / Επεξεργασία
Δημοσιευμένα
Profile
Έξοδος
απόγυρα [a’poγira]
απόγυρα [a’poγira]
:
(επίρρ.) παράμερα. [από + γύρ(ω) -α].
https://ilialang.gr/wp-content/uploads/απόγυρα.mp3
Δημοσιεύτηκε
25 Ιανουαρίου, 2019
σε
Α
από
admin
Ετικέτες:
ΕΠΙΡΡΗΜΑ
,
ΣΥΝΘΕΣΗ