βελάνι, το [ve’lani]

βελάνι, το [ve’lani]: ο καρπός της βελανιδιάς.


Δημοσιεύτηκε

σε

από

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *