καλιακούτσα, η [kaʎa’kutsa]

καλιακούτσα, η [kaʎa’kutsa]: μεταφορά παιδιού στους ώμους κάποιου.

Και: https://ilialang.gr/καλικούτσα-ή-κούτσα/


Δημοσιεύτηκε

σε

από