μελιγκώνι, το [meli’ŋgoni]

μελιγκώνι,το [meli’ŋgoni]: είδος μυρμηγκιού που εντοπίζεται στα δέντρα.

Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από