ΔΠΗ
αητορίχης, ο [aito’riçis]: ψάρι ποταμιού. [ίσως, αητ(ός) -ο- ρηχ(ά) -ης].
Δημοσιεύτηκε
σε
από
Αθηνά
Ετικέτες: