ψείλιθρο, το [‘psiliθro]: χορτάρι που χρησιμοποιείται για να διώξουν τις ψείρες από τις κότες. [ψείλ(ος) -ιθρο].
ψείλιθρο, το [‘psiliθro]
από
Ετικέτες:
ψείλιθρο, το [‘psiliθro]: χορτάρι που χρησιμοποιείται για να διώξουν τις ψείρες από τις κότες. [ψείλ(ος) -ιθρο].
από
Ετικέτες: