χοντρικό, το [xondri’ko]: μεγάλο γιδοπρόβατο [< χοντρ(ός) -ικός· λόγ. επίδρ.].
Και: https://ilialang.gr/χοντρό-το-xodro/
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
χοντρικό, το [xondri’ko]: μεγάλο γιδοπρόβατο [< χοντρ(ός) -ικός· λόγ. επίδρ.].
Και: https://ilialang.gr/χοντρό-το-xodro/
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
από
Ετικέτες: