προσκεφαλάδα, η [proskefa’laða]

προσκεφαλάδα, η [proskefa’laða]: τετράγωνη μαξιλάρα, στολισμένη με πάνινα τριαντάφυλλα, γεμισμένη με βάγια όπου μέσα έβαζαν καρύδια, ζαχαρωτά και χρήματα. [προσκέφαλ(ο) -άδα].

Αλλιώς, και: https://ilialang.gr/ντεμέλα-η/

Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o

Βλ. περαιτέρω: https://www.antroni.gr/8-frontpage/1786-proskefalada-i-maksilara-i-demela-to-peistirio-epathlo-tou-sygxarikiari-tis-nyfis-kai-tou-gamprou-3


Δημοσιεύτηκε

σε

από