πριμαντόνα, η [prima’dona]

πριμαντόνα, η [prima’dona]: α. (μτφ.) για γυναίκα ανήθικη: ‘Φέρεται σαν πριμαντόνα’. [ιταλ. prima donna (αρχική σημ.: ‘πρώτη κυρία΄)].

Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από