πασιοφέγγαρο, το [pasco’fegaro]

πασιοφέγγαρο, το [pasco’fegaro]: το γεμάτο φεγγάρι, η πανσέληνος.

Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από