πίτσι, το [‘pitsi]: χώρος στον οποίο ρίχνουμε την πέτρα ή το νόμισμα προκειμένου να δωθεί η προτεραιότητα στο παιχνίδι. [ίσως, ηχομιμ.].
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
πίτσι, το [‘pitsi]: χώρος στον οποίο ρίχνουμε την πέτρα ή το νόμισμα προκειμένου να δωθεί η προτεραιότητα στο παιχνίδι. [ίσως, ηχομιμ.].
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/956-lekseis-pou-xanontai-p-o
από
Ετικέτες: