ξυστρί, το [ksi’stri]: εργαλείο με το οποίο ξύνουν το τρίχωμα των ζώων, κυρίως των αλόγων, για να το καθαρίσουν από τη σκόνη, τον ιδρώτα, τα παράσιτα κτλ. [ελνστ. ξυστρίον (υποκορ. του αρχ. ξύστρον)].
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o