μοίρινα, τα [‘mirina]

μοίρινα, τα [‘mirina]: γραμμένα της μοίρας: ‘Τι τα θες! Όλα είναι μοίρινα γραμμένα’. [μοίρ(α) -ινα].

Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/955-lekseis-pou-xanontai-k-o


Δημοσιεύτηκε

σε

από