κουρεμπάτσα, η [kure’batsa]

κουρεμπάτσα, η [ku’rebatsa]: κούρεμα με το ψαλίδι ή την ψιλή μηχανή χειρός.

Και: https://ilialang.gr/κουρεμάδι-το-kuremadi/


Δημοσιεύτηκε

σε

από