κεφαλόμαλλα, τα [kefa’lomala]

κεφαλόμαλλα, τα [kefa’lomala]: τα μαλλιά από τα κεφάλια ζώων. [< κεφαλ(ι) -ο- μαλλ(ι) -α].


Δημοσιεύτηκε

σε

από