καλόγνωμος [ka’loγnomos]

καλόγνωμος, -η, -ο [ka’loγnomos]: χαρακτηρισμός ανθρώπου ήπιου, συγκαταβατικού και ευγενικού. [καλο- + γνώμ(η) -ος (πρβ. ελνστ. καλογνώμων ίδ. σημ.)].


Δημοσιεύτηκε

σε

από

Ετικέτες: