ΔΠΗ
ζερβοκουτάλας, ο [zervoku’talas]: ο αριστερόχειρας. [ζερβ(ός) -ο- κουτάλ(α) -ας].
Δημοσιεύτηκε
σε
από
admin
Ετικέτες:
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Σχόλιο *
Όνομα *
Email *
Ιστότοπος
Αφήστε μια απάντηση