ζεμπερέκι, το [zembe’reki]: εξωτερικό χερούλι του μηχανισμού της κλειδωνιάς. [τουρκ. zemberek -ι].
ζεμπερέκι, το [zembe’reki]
από
Ετικέτες:
ζεμπερέκι, το [zembe’reki]: εξωτερικό χερούλι του μηχανισμού της κλειδωνιάς. [τουρκ. zemberek -ι].
από
Ετικέτες:
Αφήστε μια απάντηση