δώθε [‘ðoθe]

δώθε [‘ðoθe]: (επιρρ.) από εδώ. [μσν. δώθε < μσν. εδώθε με αποβ. του αρχικού άτ. φων. < εδώ -θε].

Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i


Δημοσιεύτηκε

σε

από