δίπλατα, τα [‘ðiplata]: ωμοπλάτη, πλευρά. [δι + πλάτ(η) -α].
Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i
δίπλατα, τα [‘ðiplata]: ωμοπλάτη, πλευρά. [δι + πλάτ(η) -α].
Βλ. επίσης: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i
από
Ετικέτες: