αγρανάπαυση, η [aγraꞋnapafsi]

αγρανάπαυση, η [aγra’napafsi]: το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διακόπτεται η καλλιέργεια. [λόγ. αγρ(ός) + ανάπαυ(σις) -ση].

 


Δημοσιεύτηκε

σε

από