άμπακας, ο [‘ambakas]: στη Φράση: ”Εφαγε τον άμπακα’ (υπερβολικά) [< άμπακος ‘σχολική πλάκα (που είχε στρωμένη άμμο για γράψιμο)΄, κατ΄ επέκτ.: ’πολύ σαν την άμμο“ αντδ. < ιταλ. abbaco -ς < λατ. abacus < αρχ. ἀβακ- (ἄβαξ δες άβακας) και μεταπλ. άμπακ(ος) -ας].
Και: https://ilialang.gr/άμπακος-ο/
Πηγή: https://www.antroni.gr/paradosi/glossari/954-lekseis-pou-xanontai-a-i